Κυπριακό: Ναί ή όχι;

22/04/2004

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ ΠΕΜΠΤΗ 22 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2004

Κυπριακό: Ναί ή όχι;

«Οταν έχει πέσει το τείχος του Βερολίνου, θα διατηρηθεί το «τείχος» της Κύπρου;»

Της ΜΕΛΙΤΤΑΣ  ΓΚΟΥΡΤΣΟΓΙΑΝΝΗ

Άν ξεκινάμε με τη λογική «τι συμφέρει τους Ελληνες » έχουμε ήδη πέσει στην παγίδα του εθνικισμού. Πρέπει να ξεκινάμε με το «τι συμφέρει τη δημοκρατία, την ειρήνη, τον Άνθρωπο, ανεξάρτητα από έθνος, θρησκεία, γλώσσα». Οπως τόνισε ο γ.γ.του ΟΗΕ, δεν πρόκειται για ματς, δεν μετράμε το σκορ του κάθε αντιπάλου, αλλά για κατάσταση όπου και τα δύο μέρη μπορούν να βγουν κερδισμένα (win-win).
Πραγματικά αυτή η κατάσταση υπάρχει, είναι η Δημοκρατία. Μια ώριμη δημοκρατία, όπου η κάθε πλευρά αναλογίζεται και τις δικές της ευθύνες, προσπαθεί να κατανοήσει τις ευαισθησίες και τις ανασφάλειες του άλλου και όχι πάνω απ’όλα τη δική της δικαίωση, τη δική της εκδίκηση. Δικαίωση και εκδίκηση επιζητούν Παλαιστίνιοι και Ισραηλινοί, και έχουν κάνει την Παλαιστίνη κόλαση. Από ένα σημείο και πέρα,δεν έχει πια σημασία ποιος έχει περισσότερο δίκιο. Ο Αλμπέρ Καμύ, στον καιρό του πολέμου της Αλγερίας, με αφορμή την τρομοκρατία, είχε πει: «Αν πρέπει να διαλέξω ανάμεσα στη Δικαιοσύνη και τη μητέρα μου, διαλέγω τη μητέρα μου». Και σήμερα οι  Κύπριοι πρέπει να διαλέξουν τα παιδιά τους.  Να διαλέξουν το μέλλον, σε μια χώρα που θα κοιτάει μπροστά. Δεν ξέρω αν η κυπριακή κοινωνία έχει φτάσει σε αυτή την ωριμότητα. Είναι όμως ενθαρρυντικό ότι, εδώ και 30 χρόνια, οι Ελληνοκύπριοι δεν μετέτρεψαν τη χώρα τους σε Παλαιστίνη, αλλά επέλεξαν το δρόμο της οικονομικής ανάπτυξης. Αλλά και οι Τουρκοκύπριοι, ιδίως η νέα γενιά, μέσα σε συνθήκες δικτατορίας, φτώχειας και στρατιωτικής κατοχής και απομόνωσης, έκαναν πρόσφατα το δικό τους αναίμακτο Πολυτεχνείο εναντίον του Ντενκτάς, των στρατοκρατών και των εποίκων. Τα παιδιά αυτά δεν είναι ο Αττίλας.

Κάθε συμφωνία σημαίνει αμοιβαίους συμβιβασμούς. Το θέμα είναι πόσο ισοζυγισμένοι είναι αυτοί οι συμβιβασμοί. Είναι όμως τα δύο μέρη ίσα; Πριν από 30 χρόνια οι ασθενέστεροι ήταν οι Ελληνοκύπριοι, γιατί αυτοί είχαν υποστεί την εισβολή, παρότι και οι Τουρκοκύπριοι είχαν τραβήξει
ουκ ολίγα από την ΕΟ ΚΑ Β’. Ομως σήμερα το ασθενέστερο μέρος είναι οι Τουρκοκύπριοι: Είναι αριθμητική μειοψηφία, είναι οι πιο φτωχοί, και αυτοί θα αποκλειστούν από την Ευρωπαϊκή Ενωση, αν οι Ελληνοκύπριοι ψηφίσουν «όχι» . Γι’αυτό,ακόμη και αν η συμφωνία φαίνεται ετεροβαρής σε  ορισμένα σημεία, νομίζω πως κινείται στη λογική των θετικών διακρίσεων υπέρ του περισσότερο αδύνατου. Οπως π.χ. ο περιορισμός της ελευθερίας εγκατάστασης, επιχειρήσεων κ.λπ. των Ελληνοκυπρίων στο βόρειο τμήμα, μέχρι να φτάσει το βιοτικό επίπεδο των Τουρκοκυπρίων στο 85% του επιπέδου των Ελληνοκυπρίων, είναι μέτρο προστασίας για τους Τουρκοκυπρίους, ώστε να μην καταδικαστούν εσαεί στο ρόλο της φτηνής εργατικής δύναμης, είναι κίνητρο για να δημιουργηθεί ανάπτυξη και στο βόρειο τμήμα.

Αν πάλι, «ετεροβαρής » και «επώδυνη » θεωρείται η δημοκρατική υποχρέωση των Ελληνοκυπρίων να συνδιοικήσουν μαζί με τους Τουρκοκυπρίους, δηλαδή με το 20%του πληθυσμού, ε, τότε έχουν δίκιο όσοι υποστηρίζουν τη διχοτόμηση.
Για όλες όμως τις επιφυλάξεις και τις ανασφάλειες, το κλειδί για τη συνύπαρξη είναι ο πολιτικός πολιτισμός της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Από μια μεριά καταλαβαίνω ότι είναι φυσικό το ΚΚΕ, αφού έχει τόσο αρνητική άποψη για την Ε.Ε., να είναι υπέρ του «όχι » και να συμπλέει με τον εθνικισμό της Λ.Κανέλλη.

Η ίδια η ιδέα της ένωσης των ευρωπαϊκών χωρών χτίστηκε πάνω στην απόρριψη των εθνικισμών. Κυριολεκτικά την επαύριο του πολέμου, κάποιοι οραματιστές ηγέτες και διανοούμενοι από τα
στρατόπεδα των μέχρι τότε ορκισμένων εχθρών, έφτιαξαν την ΕΟΚ και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ανθρακα και Χάλυβα, είπαν «κάντε business και όχι πόλεμο.

Αυτές οι κοινωνίες κατέκτησαν την ωριμότητα να καταλάβουν ότι η αλληλεγγύη δεν ωφελεί μόνο αυτόν που παίρνει αλλά και αυτόν που δίνει. Επί χρόνια οι πιο πλούσιες χώρες βοηθούν τις φτωχότερες με τα κοινοτικά πλαίσια στήριξης (τα τόσο γνωστά μας πακέτα) και πιο πρόσφατα με τη διεύρυνση, η αλληλεγγύη επεκτείνεται και προς τις χώρες της πρώην Ανατολικής Ευρώπης, ενώ σε παλιότερες εποχές θα τις χρησιμοποιούσαν απλώς ως αγορές για τα προϊόντα τους και δεξαμενές φτηνών εργατικών χεριών. Μήπως η Ε.Ε. έγινε ξαφνικά κοινωνία αγγέλων; Οχι βέβαια. Αλλά έπειτα από πολλούς αιματηρούς πολέμους, σκληρές δικτατορίες και την παράνοια του ναζισμού και του σταλινισμού, κατανοήθηκε ότι μια κοινωνία ειρήνης, ανάπτυξης, συναίνεσης και ισοτιμίας είναι πιο επωφελής για τους πάντες.

«Πολύ αυστηρή »
Μέσα σ’αυτό το πολιτικό πλαίσιο πρέπει να αντιληφθούμε γιατί η Ε.Ε. προσδοκά από τις δύο κοινότητες να πουν το «ναι ». Αλλά και γιατί θα είναι πολύ αυστηρή με το «όχι. Οταν έχει πέσει το τείχος του Βερολίνου, θα διατηρηθεί το «τείχος » της Κύπρου;
Το σχέδιο του ΟΗΕ είναι μια διευθέτηση μεταβατική.Οι οπαδοί όμως του «όχι » βλέπουν τα πράγματα στατικά: μια Τουρκία αιωνίως αυταρχική και επεμβατική, τους Τουρκοκυπρίους αιωνίως καθυστερημένους, τις δύο κοινότητες αμοιβαία καχύποπτες για πάντα. Φαντάζονται πάντα τα
χειρότερα. Γιατί όμως να μη φανταστούμε την ημέρα που η Κύπρος θα έχει φτάσει σε τέτοιο επίπεδο δημοκρατίας και ισοτιμίας ώστε οι Ελληνοκύπριοι να μην έχουν κανένα πρόβλημα να ψηφίσουν έναν Τουρκοκύπριο για πρόεδρο της Δημοκρατίας!
Το «όχι», προσκολλημένο στα εθνικιστικά στερεότυπα, οδηγεί στην παγίωση της διχοτόμησης, στη μόνιμη παρουσία των 35.000 στρατιωτών του Αττίλα, στη στέρηση για πάντα του δικαιώματος κάπου 100.000 προσφύγων να επιστρέψουν και των υπολοίπων να αποζημιωθούν για τις περιουσίες τους. Και ακόμη κάτι που αφορά εμάς τους «Ελλαδίτες»: στο πισωγύρισμα στις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας, με ό,τι αυτό θα σήμαινε πολιτικά, οικονομικά και πολιτιστικά.

*Αρχιτέκτονας,μέλος των Οικολόγων Πράσινων